ἀστραγαλιˬὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀστραγαλιˬὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀστραγαλιˬὰ ἡ, ναυτικὸς ὅρ. πολλαχ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀστράγαλος καὶ τῆς καταλ. -ιˬά.
Σημασιολογία
Πληθ., αἱ πρῶται σειραὶ τῶν ἐντερονίδων, ἤτοι αἱ παχεῖαι σανίδες αἱ ἀποτελοῦσαι τὸ ἐσωτερικὸν ἐπένδυμα τοῦ κύτους πλοίων παρὰ τὸ ἐσωτρόπιον.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA