ἀπανώψιχο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπανώψιχο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀπανώψιχο τό, ἀμάρτ. ’πανώψ’χου Σάμ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. ἀπάνω καὶ τοῦ οὐσ. ψίχα.

Σημασιολογία

Ἐκ τοῦ διανεμομένου ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ ἀντιδώρου τὸ προερχόμενον ἐκ τοῦ ἄνω μέρους τῆς προσφορᾶς, ὅπερ εἶναι οἰωνὸς δι’ ἐκεῖνον εἰς τὸν ὁποῖον θέλει τύχει ὅτι θὰ διέλθῃ τὸ ἔτος ὑγιές.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/