ἀστοχῶ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀστοχῶ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀστοχῶ πολλαχ. ἀστουχῶ πολλαχ. βορ. ἰδιωμ. ἀτουχῶ Μάκεδ. (Χάλκιδ. κ.ἀ.) ἀστοχοῦ Πελοπν. (Μάν.) Τσακων. ἀστοχάω Εὔβ. (Μετόχ.) Ζάκ. Ἤπ. (Δρόβιαν.) Κεφαλλ. Πελοπν. (Αἴγ. Γέρμ. Καλάβρυτ. Μάν. Μεσσ. Οἰν.) - Λεξ. ᾿Ελευθερουδ. ἀστοχάου Εὔβ. (Αὐλωνάρ.) ἀστουχάου Εὔβ. (Στρόπον.) Ἤπ. (Ζαγόρ. Κεστρίν.) Θεσσ. (Καλαμπάκ.) Σκόπ. ᾿στοχῶ Θρᾴκ. (Γέν. Σαρεκκλ. Σηλυβρ.) Κύπρ. Νάξ. (Φιλότ.) ᾿στουχῶ Μακεδ. (Βέρ.) ᾽στουχάου Θεσσ. ἀστοχίζω Κρήτ. Κύπρ. Πελοπν. (Καλάβρυτ. Λακων. Μάν.) κ.ἀ.

Ετυμολογία

Τὸ μεταγν. ἀστοχῶ. Τὸ ἀστοχίζω καὶ μεσν.

Σημασιολογία

Α) Ἐνεργ. 1) ᾿Αποτυγχάνω τοῦ σκοποῦ, δὲν ἐπιτυγχάνω εἰς πρᾶγμά τι πολλαχ.: Σημάδεψε, ἀλλὰ ἀστόχησε. ᾿Αστόχησα ᾿ς τὴ δουλε͜ιά μου. ᾽Αστόχησα τὸ δρόμο, γιˬατὶ δὲν ἔχω ξαναπάει πολλαχ. Βάρεσα ἕνα ὀρδύκι καὶ τ᾿ ἀστόχηκα Μάν. Ὅλοι τόνε βαρέσασι κιˬ ὅλοι τὸν ἀστοχήσασι Λακων. || Φρ. Ἔ, ν᾽ ἀστοχήσῃς! (εἴθε νὰ μὴ εὐδοκιμήσῃς! ᾿Αρὰ) Κρήτ. || Γνωμ. Ὅπ’ ἀστοχήσῃς γάειρε κιˬ ὅπου πετύχῃς φύγε Κρήτ. – Παροιμ. ’Ακριβὸς θαρεῖ κερδαίνει κιˬ ἀστοχᾷ καὶ δὲν τὸ ξέρει Κύπρ. || ᾎσμ. Τὸν ἀdρε͜ιωμένο μὴ dὸ gλαίς ἄν ἀστοχήσῃ κιόλας, μ᾿ ἂν ἀστοχήσῃ μιˬὰ καὶ δυˬὸ πάλ’ ἀdρε͜ιωμένος εἶναι. β) Διαφεύγω Εὔβ. (Αὐλωνάρ.): Δὲν τοῦ ἀστοχάει τίβοτας. γ) Προσκόπτω, σκοντάφτω Κρήτ.: ᾎσμ. Ὁ γάιδαρος ἀστόχησεν ὁ κακαποδομένος. 2) Δὲν εὐδοκιμῶ, ἐπὶ δένδρων, φυτῶν καὶ γεννημάτων ἐν γένει Εὔβ. (Κουρ. Κύμ. Στρόπον.) Ἤπ. Κρήτ. Κύπρ. Πελοπν. (’Ανδρίτσ. Λακων. Μάν. κ.ἀ.) Σάμ. Σῦρ. - Λεξ. Δημητρ.: Φύτεψα μιˬὰ ἐλα͜ιὰ κιˬ ἀστόχηκε Μάν. Ἔχει ἀστοχήσει φέτος τὸ θυμάρι (δὲν ἐκαρποφόρησε πρὸς νομὴν τῶν μελισσῶν) Σῦρ. Ἀστόχησαν οἱ καρυˬὲς - τὰ γεννήματα -τὰ σ᾿τάριˬα ’Ανδρίτσ. Λακων. ᾿Αστοχήσανε τὰ ψωμιˬὰ φέτι (ψωμιˬὰ = σιτηρὰ) Κύμ. ᾽Αστό᾽σι τοὺ χουράφ’ Θεσσ. Σπαρμένα ἀστου’μένα Σάμ. || ᾎσμ. Μὴ dὴνε κλαίς τὴ λεμονεˬὰ ὅσο κιˬ ἂν ἀστοχήσῃ, κάνει λεμόνιˬα δίφορα τὸ gόσμο νὰ γεμίσῃ Κρήτ. Μετοχ. ἀστοχισμένος = ἄφορος πολλαχ. ’Αστοχισμένη χρονιˬὰ πολλαχ. ᾽Αστου’σμένους κιρὸς Εὔβ. (Στρόπον.) Ἡ σημ. καὶ μεσν. Πβ. Λεόντ. Νεαπόλ. 62,1 (ἔκδ. HGelzer) «ἦν γὰρ ἀστοχήσασα ἡ χώρα διὰ τὴν λειψυδρίαν». β) Δὲν παράγω, ἐπὶ ζῴων ἐγγάλων Νάξ. (’Απύρανθ.) Σάμ.: ᾿Αστουχήσανι τὰ γίδιˬα φέτου Σάμ. ᾽Αστοχημένη ’τον ἡ μάdρα μας ἐφέτι ᾿Απύρανθ. γ) ᾽Αποτυγχάνω εἰς τὰς γεωργικάς μου ἐργασίας λόγῳ ἀφορίας Κύπρ.: Παροιμ. Ἅνταν γεˬωρκᾷς μὴ αίρεσαι τ’ ἅνταν ᾿στοχᾷς μὲν πλήσσῃς (οὔτε διὰ τὰς ἐπιτυχίας νὰ χαίρῃς πολὺ οὔτε διὰ τὰς ἀποτυχίας νὰ λυπῆσαι). 3) Δυστυχῶ, κακοπραγῶ Κρήτ. Κύπρ. Πελοπν. (Μάν.): Γνωμ. Τὸν εὐτυχοῦντα ὅλοι βοηθοῦντα, τὸν ἀστοχοῦντα ὅλοι μισοῦντα (βοηθοῦντα καὶ μισοῦντα ἐκ τοῦ βοηθοῦν τον, μισοῦν τον) Μάν. Ἡ σημ. καὶ μεσν. 4) Παύομαι, σταματῶ Λέσβ.: Ἡ γείτουνάς μας δὲν ἀστουχᾷ, οὕλου δ'λεύ’. Ἡ φουτιˬὰ νὰ μὴν ἀστουχᾷ γιˬὰ νὰ γι’ τοὺ φαγεῖ καλό. Ἡ βρύσ’ δὲν ἀστουχᾷ, οὕλου τρέ. 5) Λησμονῶ Εὔβ. (Κύμ. Μετόχ.) Ζάκ. Ἤπ. Θεσσ. Θρᾴκ. (᾽Αδριανούπ. Γέν. Διδυμότ. Μάλγαρ. Σαρεκκλ. Σηλυβρ.) Κεφαλλ. Κρήτ. Λέσβ. Μακεδ. (Βελβ. Γκιουβ. Καστορ. Κοζ. Σισάν. Χάλκιδ. κ.ἀ.) Πελοπν. (Αἴγ. Καλάβρυτ. Λακων. Μάν. Μεσσ.) Σκόπ. Στερελλ. (Ἄμφ.) Χίος - Λεξ. Βλάχ. Βυζ. Περίδ. Πρω.: Τ᾿ ἀστόχησα τὰ γράμματα Ἤπ. ᾽Αστόχησα νὰ πάρω λε͜ιανὰ μαζί μου αὐτοθ. Σ’ ἀστόχηκα Λακων. ᾿Αστόησα νὰ σοῦ τὸ ’πῶ Καστορ. Ἀστόχηκα νὰ πάγω Μάν. ᾿Αστόχησα τὸ μαντήλι μου Πελοπν. ᾿Αστό᾿σαν νὰ σφαλήσ’ν τὴν πόρτα Μακεδ. Δὲν ἀστουχάου πουτὲ Σκόπ. Μιˬὰ φουρὰ νὰ τ᾿ ἀκούσου δὲν τοὺ ’στουχῶ Μακεδ. || Γνωμ. Καινούργιˬο φίλο ἔπιασες, παλα͜ιὸ μὴν ἀστοχήσῃς Ἤπ. Μάτια ποὺ δὲ φαίνονται | γρήγορα ἀστοχε͜ιοῦνται Σισάν. - Ποίημ. Ἤτανε μνήμη παλαιή, γλυκε͜ιὰ κι ἀστοχισμένη ΔΣολωμ. 149. Συνών. ξαστοχῶ, ξεχνῶ. β) Δὲν προσέχω, δὲν λαμβάνω ὑπ᾿ ὄψιν Ἤπ. - Λεξ. ᾿Ελευθερουδ.: Ἀστόχησες τὰ λόγιˬα μου Λεξ. ᾽Ελευθερουδ. 6) ᾽Απατῶμαι, σφάλλομαι Ἤπ. Ἡ σημ. καὶ παρὰ Βλάχ. Β) Μέσ. 1) Δὲν συναντῶμαι μετά τινος Πελοπν. (Λακων.): ᾿Αστοχήθημα (δὲν συνηντήθημεν). 2) Βυθίζομαι εἰς συλλογισμούς, ἀφαιροῦμαι σύνηθ.: ᾿Αστοχήστηκα ᾿ς τὸ διˬάβασμα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/