γραμματούλα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γραμματούλα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γραμματούλα ἡ, ἀμάρτ. γραμματσούα Νάξ. (Απύρανθ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ θέμ. τῆς γεν. τοῦ οὐσ. γράμμα καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -ούλα.

Σημασιολογία

1) Γραμματούκλα 1, τὸ ὁπ. βλ., ἔνθα καὶ συνών.: Μουρέ, εἶdα γραμματσοῦλες εἶν᾽ εὐτές; Ἀτζαμῆς ἤτονε ποὺ τσί ᾽γραψε! 2) Γραμματούκλα 2, τὸ ὁπ. βλ., ἔνθα καὶ συνών.: Ἤλαβα σήμερα μιˬὰ γραμματσούα, ὀχτὼ κατεβατὰ ἤτονε.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/