ἀστροκεντημένος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀστροκεντημένος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀστροκεντημένος ἐπίθ. ΚΠαλαμ. Βωμ.2 76.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. ἄστρο καὶ τοῦ κεντημένος μετοχ. τοῦ ρ. κεντῶ.
Σημασιολογία
Ὁ κεντημένος μὲ ἄστρα, ὁ φέρων ἀστροειδῆ διάκοσμον: Ποίημ. Τὸ μαντήλι θέλω τ᾿ ἀστροκεντημένο, ποῦ μὲ ᾿κεῖνο ἀνάερη σέρνεις τὸ χορό. Συνών. ἀστροκέντητος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA