ἀσυχώρετα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀσυχώρετα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀσυχώρετα ἐπίρρ. σύνηθ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀσυχώρετος.

Σημασιολογία

Ἀσυγχωρήτως, χωρὶς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν: Ἀσυχώρετα δὲ μεταλαβαίνει ἕνας καλὸς Χριστιανός.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/