ἀταξάδα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀταξάδα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀταξάδα ἡ, Κρήτ. (Βάμ. Σητ. Χαν. κ.ἀ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἄταχτος κατ᾿ ἐπίδρασιν τοῦ οὐσ. ἀταξία. Ἡ λ. καὶ ἐν Γύπαρ. πρᾶξ. Γ στ. 295 (ἔκδ. ΕΚριαρ.)

Σημασιολογία

Ἀταξία 2, ὃ ἰδ., ἔνθ’ ἀν.: Ἀταξάδα ᾽καμε καὶ γιˬὰ ᾿κεινὰ τὸν ἤδειρε Σητ. || ᾎσμ. Συbάθησε μ’, ἂ σοῦ ‘φταιξα καὶ σοῦ ’καν’ ἀταξάδα Βάμ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/