βλαστομηλεˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

βλαστομηλεˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

βλαστομηλεˬὰ ἡ, ἀμάρτ. βλαστουμ’λεˬὰ Στερελλ. (Ναύπακτ. Πλατ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τῶν οὐσ. βλαστὸς καὶ μηλεˬὰ.

Σημασιολογία

Παιδιὰ καθ’ ἣν ἐκ δύο ὁμάδων ἡ μία ἀποτελεῖ κύκλον, οὗτινος τὸ κέντρον κατέχει ὁ φύλαξ, ὁ ὁποῖος ἐφωδιασμένος μὲ τεμάχιον σχοινίου κτυπᾷ τοὺς ἐπιτιθεμένους τῆς ἑτέρας ὁμάδος, οἱ ὁποῖοι προσπαθοῦν νὰ καβαλλικεύσουν τοὺς ἀντιπάλους των. Ὅστις κτυπηθῇ ἀπὸ τὸν φύλακα χάνει, τὸ δὲ παιγνίδιον τελειώνει, ὅταν κατορθώσῃ τις τῆς ἐπιτιθεμένης ὁμάδος νὰ καβαλλικεύσῃ τὸν φύλακα καὶ νὰ φύγῃ χωρὶς νὰ κτυπηθῇ ὑπ᾿ αὐτοῦ. Πβ. ἀφρομηλεˬὰ 2, ἀφρομηλίτσα 1.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/