δαγκαστὸς
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
δαγκαστὸς
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
δαγκαστὸς ἐπίθ. Λεξ. Βάιγ. δαgαστὸς Κεφαλλ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ρ. δαγκάνω διά τοῦ θέματος τοῦ ἀορ. ἑδάγκασα. Ἡ λ. καὶ εἰς Σομ.
Σημασιολογία
Ὁ δεδηγμένος ἔνθ᾿ ἀν.: Φρ. Θὰ dοῦ ρίξω μαῦρο καὶ δαgαστὸ (ἐνν. σφαιρίδιον, φράσις λεγομένη κατὰ τὰς ἐκλογὰς ὑπὸ τῶν πολιτικῶν ἀντιπάλων ὑποψηφίου, διὰ νὰ ἐκδηλώσουν τὸ μῖσος καὶ τὸ πεῖσμα μὲ τὸ ὁποῖον τὸν καταψηφίζουν) Κεφαλλ. Συνών. δαγκατός, δαγκωτὸς 1.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA