γυˬαλικοθέμι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γυˬαλικοθέμι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γυˬαλικοθέμι τό, ἐνιαχ. ᾽υˬαλικοθέμι Νάξ. (Ἀπύρανθ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. γυˬαλικὸ καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. –θέμι, διὰ τὴν ὁπ. βλ. Γ. Χατζιδ., Ἀθηνᾶ 22 (1910), 245.
Σημασιολογία
Γυˬαλικοβόλι, τὸ ὁπ. βλ., ἔνθ᾽ ἀν.: Μὰ χωρατὰ εἶναι τὸ ᾽υˬαλικοθέμι, πού ᾽ν᾽ ἐκεῖ μέσ᾽ ᾽ς τὸ σπίτι! Νάξ. (Ἀπόρανθ.)
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA