γυμνασιόπουλο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γυμνασιόπουλο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικο
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γυμνασιόπουλο τό, ἐνιαχ. γυμνασιˬόπουλο Πελοπν. (Καλάβρυτ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. γυμνάσιο καὶ τῆς παραγωγ. καταλ -πουλο.
Σημασιολογία
Γυμνασιόπαιδο, τὸ ὁπ. βλ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA