δαμασκηνᾶτος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

δαμασκηνᾶτος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

δαμασκηνᾶτος ἐπίθ. Ι. Σορδίν., Ἐλιά, Ἑλλην. Γεωργ. 10, 219 - Λεξ. Πρω. Δημητρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. δαμάσκηνο καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. -ᾶτος.

Σημασιολογία

1) Ὁ ὅμοιος πρὸς δαμάσκηνον ἔνθ᾿ ἀν.: Ἐλιˬὰ δαμασκηνάτη Ι. Σορδίν., ἔνθ᾿ ἀν. Λεξ. Πρω. Δημητρ. Σταφύλι δαμασκηνᾶτο Ἑλλην. Γεωργ., ἔνθ᾿ ἀν. 2) Ἐπὶ ἐδεσμάτων, ὁ μετὰ δαμασκήνων παρεσκευασμένος Λεξ. Πρω. Δημητρ.: Βοδινὸ δαμασκηνᾶτο ἔνθ᾿ ἀν. Πβ. κρέας κυδωνᾶτο. 3) Τὸ οὐδ. ὡς οὐσ., ὁ ἀπεξηραμμένος καρπὸς δαμασκήνων Λεξ. Πρω. Δημητρ. Πβ. κυδωνᾶτο.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/