γλυκερίνη

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γλυκερίνη

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γλυκερίνη ἡ, λόγ. κοιν.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ Γαλλ. glycénine.

Σημασιολογία

Ἡ τρισθενὴς ἀλκοόλη, γνωστὴ συνήθως ὑπὸ μορφήν παχυρρεύστου ὑγροῦ, ἄχρους, ἄοσμος καὶ μὲ γεῦσιν γλυκίζουσαν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/