γλυκοΐσιος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλυκοΐσιος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
γλυκοΐσιˬος ἐπίθ. ἀμαρτ. Θηλ. γλυκόιση Π. Βλαστ., Κριτικ. ταξίδ., 46.
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν ἐπιθ. γλυκὸς καὶ ἴσιˬος.
Σημασιολογία
Ἐπὶ ἐδάφους, τὸ οὕτω ὁμαλῶς διαμορφωμένον, ὥστε νὰ προκαλῇ αἴσθημα εὐχαριστήσεως: Σκαρφαλώσαμε ἀγνάντιˬα τὸ φαρδὺ ὀροπέδιο τοῦ Μαρτάντ - ἀνοιχτὴ γλυκόιση γῆς ξαπλωσιˬά, σὰ δεύτερος κάμπος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA