δασκαλίστικα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

δασκαλίστικα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

δασκαλίστικα ἐπίρρ. πολλαχ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. δασκαλὶστικος.

Σημασιολογία

Κατὰ τρόπον διδασκαλικόν, σχολαστικὸν πολλαχ.: Μὴ μᾶς τὰ λὲς τόσο δασκαλίστικα Ἀθῆν. Συνών. εἰς λ. δασκαλήσιˬα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/