δασοπλαγιˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

δασοπλαγιˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

δασοπλαγιˬὰ ἡ, Ν. Ἑστ. 22 (1937), 1629 - Λεξ. Βλαστ. 371.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. δάσος καὶ πλαγιˬά.

Σημασιολογία

Δασώδης κλιτὺς ἔνθ᾿ ἀν.: Ἀραιὰ σύγνεφα, σκαρφαλωμένα πέρα - δῶθε ᾿ς τὶς δασοπλαγιˬὲς Ν. Ἑστ., ἔνθ᾿ ἀν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/