ἁπλοχωρένω

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἁπλοχωρένω

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἁπλοχωρένω Τῆν.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἁπλόχωρος.

Σημασιολογία

Πληθύνομαι, πολλαπλασιάζομαι: Εἶd’ ἁπλοχωρύναν μέσ᾽ ᾿ς ᾽ν Ἀθήνα οἱ πατερᾶδες! (οἱ καθολικοὶ ἱερομόναχοι).

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/