ἀπόβαθα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπόβαθα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀπόβαθα ἐπίρρ. ΚΠαλαμ. Ἀσάλ. Ζωὴ2 123 ΚΧατζοπ. Ἀννιὼ 64.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀπόβαθος.

Σημασιολογία

1) Οἱονεὶ ἐκ βάθους, ἐξ ἀποστάσεως μακρινῆς ὑποκώφως ΚΧατζοπ. ἔνθ’ ἀν.: ’Σ τὸν ἀέρ’ ἀχοῦνε ἀπόβαθα καὶ θλιβερὸ τὰ μουγκρητά. 2) Εἰς βάθος, εἰς μακρινὴν ἀπόστασιν ΚΠαλαμ. ἔνθ’ ἀν.: Ποίημ. Ποῦ δείχνεις, Μοῦσα; - Ἀπόβαθα κιˬ ἀπόμακρα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/