-ᾶτος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
-ᾶτος
Τύπος
Λήμμα
Τυπολογία
-ᾶτος κατάλ. σύνηθ. - ᾶτους βόρ. ἰδιώμ. Οὐδ. πληθ. - ᾶτα Κεφαλλ.
Χρονολόγηση
Μεσαιωνικό
Ετυμολογία
Ἡ μεσν. κατάλ. -ᾶτος, ἥτις ἐκ τῆς Λατιν. καταλ. -atus. Πβ. ΓΧατζιδ. ΜΝΕ 1, 422.
Σημασιολογία
Δι’ αὐτῆς σχηματίζονται 1) Ἐπίθετα α) Ἐξ οὐσιαστικῶν δηλοῦντα (α) Τὸν ἔχοντα τὸ ὑπὸ τοῦ οὐσιαστι-κοῦ σημαινόμενον, οἷον: ἀμύγδαλο-ἀμυγδαλᾶτος, ἀργυροζώναρο - ἀργυροζωναρᾶτος, δρόσο - δροσᾶτος, ζάχαρι - ζαχαρᾶτος, κρασὶ - κρασᾶτος, μέλι – μελᾶτος, μόσκος - μοσκᾶτος, μυρωδιˬὰ - μυρωδᾶτος, ξίδι - ξιδᾶτος κττ. (β) Τὸ σχῆμα αὐτοῦ, οἷον : ἀγγούρι - ἀγγουρᾶτος, αγκίστρι - ἀγκιστρᾶτος, ἀπίδι - ἀπιδᾶτος, λαγύνι -λαγυνᾶτος κττ. (γ) Τὸν ὅμοιον ἐν γένει πρὸς τὸ πρωτότυπον, οἷον : ἀφρὸς - ἀφρᾶτος. β) Ἐξ ἐπιθέτων δηλοῦντα τὸν ἔχοντα τὴν ὑπὸ τοῦ πρωτοτύπου ἐκφραζομένην ἰδιότητα, οἷον : ἄτιμος - ἀτιμᾶτος. γ) Ἐξ ἐπιθέτων καὶ οὐσιαστικῶν δηλοῦντα τὸν ἔχοντα τὴν ὑπ’ αὐτῶν ἐκφραζομένην ἔννοιαν, οἷον : ἄσπρο δάχτυλο - ἀσπροδαχτυλᾶτος ἄσπρο μάγουλο - ἀσπρομαγουλᾶτος, ἄσπρο μελίγγι - ἀσπρομελιγγᾶτος κττ. δ) Ἐκ ρημάτων δηλοῦντα τὸν δρῶντα ἤ τι παρόμοιον καὶ ἰσοδυναμοῦντα πρὸς παρακείμενον μετοχῆς, οἷον : τρέχω - τρεχάτος, φεύγω - φευγᾶτος, χορταίνω -χορτᾶτος κττ. 2) Πατρωνυμικά, οἷον : Ἀλέξαντρος - Ἀλεξαντρᾶτος, Λωρέντζος – Λωρεντζᾶτος, Τζαννέτος - Τζαννετᾶτος κττ. Κεφαλλ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA