ἀτρέμητος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀτρέμητος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀτρέμητος ἐπίθ. ΣΣκίπη Ἀπολλών. ᾆσμ. 114 ἀτσέματε Τσακων.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ἐπιθ. *τρεμητὸς < τρέμω.
Σημασιολογία
1) Ὁ μὴ τρέμων, ἀκίνητος ΣΣκίπης ἔνθ’ ἀν.: Ποίημ. Ἡ ἐλα͜ιὰ μὲ τ᾿ ἀτρέμητα ἐβλάστησε τὰ κλαδιˬὰ καὶ τὰ διˬάφανα φύλλα. 2) Ἀτρόμητος Τσακων.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA