ἀπογυριστὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπογυριστὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀπογυριστὰ ἐπίρρ. Κεφαλλ. -Λεξ. Μπριγκ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀπογυριστός.
Σημασιολογία
Μετὰ περιστροφῶν, ὑπαινιγμῶν, πλαγίως, ἐμμέσως ἔνθ’ ἀν.: Τὰ φέρνω-τὰ λέω ἀπογυριστὰ Κεφαλλ. Συνών. ἀναγυριστικά, ἀπογυριστικά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA