ἀπογυριστικὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπογυριστικὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀπογυριστικὰ ἐπίρρ. ἀμάρτ. ’πογυριστικὰ Κύπρ. ’ποϋριστικὰ Κύπρ.-ΧΠαλαισ. Συλλ. Ποιημ. 86.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἀμαρτ. ἐπιθ. ἀπογυριστικός.

Σημασιολογία

Ἀπογυριστά, ὃ ἰδ.: ᾿Εν τοῦ τὰ λαλῶ ποϋριστικὰ Κύπρ. || Ποίημ. Εἶπαν το ’πογυριστικά, δὲν τοὺς τὸ ’μολογῆσαν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/