ἀπογύρου

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπογύρου

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀπογύρου ἐπίρρ. ’πογύρου Κύπρ. ’ποΰρου Κύπρ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ γύρου γενικ. τοῦ οὐσ. γῦρος.

Σημασιολογία

Στροφάδην, κυκλοτερῶς, οὐχὶ κατ᾽ εὐθεῖαν γραμμήν: Πήαιν-νε ’ποῦρου νὰ μὲν πατήσῃς μέσ’’ς τὲς λάσπες. || ᾎσμ. Ἐλα ’πογύρου τοῦ φραμοῦ τ’ ἔλα τοῦ καλαμεˬῶνα, νὰ πκιˬάσω τὰ βυζούδκιˬα σου, νὰ παίζω ζυὰ μόνα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/