ἀτσιντιστος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀτσιντιστος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀτσιντιστος ἐπίθ. Πόντ. (Τραπ.) ἀτσιντιγος Πόντ. (Τραπ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ἐπιθ. *τσιντιστὸς < τσιντίζω.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ ρυπανθεὶς ἀπὸ τσινέαν, τὴν κόπρον τῶν πτηνῶν. Συνών. ἀτσίνχτος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/