γλυκοπνέω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλυκοπνέω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Τυπολογία
γλυκοπνέω Γ. Μαρκορ., Ποιητ. ἔργ., 87 Π. Ζητουνιάτ. εἰς Ἀνθολ. Η. ’Αποστολίδ., 101 -Λεξ. Μπριγκ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιρρ. γλυκὰ καὶ τοῦ ρ. πνέω.
Σημασιολογία
᾽Επὶ τοῦ ἀνέμου, πνέω κατὰ τρόπον γλυκύν, ἤπιον ἔνθ᾽ ἀν.: Ποιημ. Εἶν’ ἡ γῆ ἀνθοστόλιστη καὶ γλυκοπνέει τ’ ἀέρι Γ. Μαρκορ., ἔνθ’ ἀν. Γνωρίζω πόσον ὕπουλος εἶναι γιˬὰ μένα ὁ χρόνος κιˬ ὁ ἄνεμος ποὺ γλυκοπνέει τώρα Π. Ζητουνιάτ., ἔνθ᾽ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA