γλωσσότρυπα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλωσσότρυπα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θυληκό
Τυπολογία
γλωσσότρυπα ἡ, Ρόδ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. γλῶσσα καὶ τρῦπα.
Σημασιολογία
Ἡ πλησίον τῆς καμπύλης τοῦ γύου τοῦ ἀρότρου ὀπἡ, εἰς τὴν ὁποίαν ἑνσφηνούμενον στηρίζεται. τὸ ἕτερον ἐκ τῶν ἄκρων τοῦ ἱστοβοέως, τὸ ὀνομαζόμενον γλωσσίδι.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA