γλυκοσπορίτης

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γλυκοσπορίτης

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

γλυκοσπορίτης ἐπίθ. Πελοπν. Οὐδ. γλυκοσπορίτικο Πελοπν.

Ετυμολογία

Εκ τοῦ ἑπιθ. γλυκὸς καὶ τοῦ οὐσ. σπορίτης.

Σημασιολογία

Ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος συντελεῖ εὶς καλὴν ἤ ἄφθονον σποράν 2) Μεταφ., ἀνὴρ ἀρέσκων εἰς τὰς γυναῖκας ἔνθ’ ἀν Συνών. γλυκοπούτσης.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/