γλυκοτριαντάφυλλο
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γλυκοτριαντάφυλλο
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
γλυκοτριαντάφυλλο τό, ἐνιαχ.-Σ. Περεσιάδ., Σκλάβ., 32.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. γλυκὸς καὶ τοῦ οὐσ. τριαντάφυλλο.
Σημασιολογία
Ὁ καρπὸς τῆς γλυκοτριανταφυλλιˬᾶς, τὸ ὁπ. βλ.: Ποίημ. Βρέ, τὴ διˬαστρούλα, τὴν ἀλ’πού... Ὥστε ποὺ λέμε, Βλάση, τὰ γλυκοτριαντάφυλλα ἐπήγανε καὶ ἦρθαν Σ. Περεσιαδ., ἔνθ’ ἀν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA