αὐτοῦ - πέραν
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
αὐτοῦ - πέραν
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
αὐτοῦ-πέραν ἐπίρρ. ἀτουπέραν Πόντ. (Χαλδ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν ἐπιρρ. αὐτοῦ καὶ πέραν, δι᾿ ὃ ἰδ. πέρα.
Σημασιολογία
Αὐτοῦ ἀπέναντι: Ἀτουπέραν τρανὸν λαλίαν ἐξέβεν (μεγάλη φωνὴ ἠκούσθη).
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA