ἀποτεκνάρι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποτεκνάρι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀποτεκνάρι τό, ἀμάρτ. ἀπουτικνάρ’ Θρᾴκ. (Αἶν.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ οὐσ. *τεκνάρι ἢ τοῦ οὐσ. τέκνο καὶ τῆς καταλ. -άρι.
Σημασιολογία
Τὸ ἀποκληρούμενον τέκνον. Συνών. ἀπόπαιδο 1, ἀποτεκνάδι 2.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA