ἀφακράστρα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀφακράστρα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀφακράστρα ἡ, ἀμάρτ. ἀφ᾿κρήστρα Ἴμβρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ρ. ἀφακράζομαι καὶ τῆς καταλ. –τρα.

Σημασιολογία

Ὁ τόπος ὅπου κρυπτόμενός τις δύναται νὰ ὠτακουστῇ: Πάνι κὶ στάτσι ᾿ζ d’ ἀφ᾽κρήστρα ν᾿ἀκού᾽ τί ᾿νι π᾿ κουβιdιˬάζ’.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/