ἀποτίμσμαν
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποτίμσμαν
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀποτίμσμαν τό, Πόντ. (Χαλδ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀποτιμζω, δι’ ὃ ἰδ. ἀποτιμῶ.
Σημασιολογία
Τὸ νὰ προσβάλῃ τις τὴν ὑπόληψιν ἄλλου, καθύβρισις. Συνών. ἀποτίμημα, ἀποτιμία 1.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA