ἀφάνταστα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀφάνταστα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀφάνταστα ἐπίρρ. Πολλαχ. ἀφάνταχτα Λεξ. ΜἘγκυκλ. Πρω. Δημητρ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀφάνταστος.
Σημασιολογία
Εἰς βαθμὸν μέγαν, ὑπερβαίνοντα τὴν φαντασίαν ἔνθ’ ἀν.: Ἀφάνταστα καλὸς-σπάταλος-τσιγκούνης κττ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA