ἄφελος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἄφελος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἄφελος ἐπίθ. πολλαχ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ στερητ. ἀ- καὶ τοῦ ρ. φελῶ.

Σημασιολογία

Ἀνωφελής, ἀνίκανος, ἀνάξιος πολλαχ. Ἄφελος ἄνθρωπος πολλαχ. || Φρ. Μαῦρος κιˬ ἄφελος (ἐλεεινός, ἀξιοθρήνητος) Ἤπ. || Παροιμ. Τηγάνι τρύπιˬο εἶν᾿ ἄφελο Λεξ. Δημητρ. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀνωφέλευτος.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/