ἀποκλείδωτα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποκλείδωτα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀποκλείδωτα ἐπίρρ. ἀμαρτ. ᾽ποκλείδωτα Κύπρ. -ΚΜιχ Πάθ. ἔρ. 3

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. *ἀποκλείδωτος παρὰ τὸ ρ. ἀποκλειδώνω.

Σημασιολογία

᾽Ανοικτά : Ποίημ. 'Σ τὴν στράταν ποὺ πηγαίν-νασιν ὅμως ἀθ-θυμηθήκαν πῶς ’ποῦ τὴν δκιˬάσιν τὴν πολ-λὴν ᾿ποκλείδωτα ἀφῆκαν ΚΜιχ. ἔνθ᾽ ἀν. Συνών. ἀκλείδωτα, ἀνοιχτὰ 1, ἀσφάλιστα, ξεκλείδωτα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/