ἀστοίβιδος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀστοίβιδος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀστοίβιδος ὁ. ΓΧατζιδ. ΜΝΕ 1,226.

Ετυμολογία

Μεγεθ. τοῦ οὐσ. ἀστοιβίδα διὰ τῆς καταλ. -ος.

Σημασιολογία

Μεγάλη ἀστοιβή. Συνών. ἀστοιβιδούκλα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/