ἀποπότισμα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποπότισμα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀποπότισμα τό, ἐνιαχ. ἀπουπότ’σμα Στερελλ. (Αἰτωλ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. ἀποποτίζω.

Σημασιολογία

Περάτωσις τοῦ ποτίσματος ἔνθ’ ἀν.: Ὕστιρ’ ἀπ’ τ’ ἀπουπότ’σμα θὰ ’ρθῶ κ᾿ ἰγώ. Βρίσκουμι ᾿ς τ᾽ ἀπουπότ’σμα τώρᾳ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/