ἀπολαμπίδα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπολαμπίδα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀπολαμπίδα ἡ, ΚΧατζόπ. ἐν Ἀνθολ. ΗἈποστολίδ. 485 - (Νουμᾶς 1910 σ. 180) - Λεξ. Πρω. Δημητρ. ἀπουλαμπίδα Στερελλ. (Αἰτωλ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἀπολαμπὴ καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. - ίδα.
Σημασιολογία
1) Ἀκτὶς ἡλίου βραχείας διαρκείας ἕνθ’ ἀν.: Ἄς ἔβλεπα μιˬὰ ἀπολαμπίδα φῶς κιˬ ἂς πέθαινα τὴν ἄλλη αὐγὴ (Νουμᾶς ἔνθ’ ἀν.) 2) Λάμψις, ἀκτινοβολία ΚΧατζόπ. ἔνθ’ ἀν.: Ποίημ. Μιˬὰ ἀπολαμπίδα ἀπὸ χαρὰ θεϊκή.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA