ἀποσιˬακάτω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀποσιˬακάτω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀποσιˬακάτω ἐπίρρ. ἀμάρτ. ἀποσιˬακάτου Πελοπν. (Μάν.) ἀποσιˬαgάτου Πελοπν. (Μάν.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ἐπιρρ. ἰσιˬακάτω.
Σημασιολογία
1) ᾿Εκ τῶν κάτω, ἐκ τῶν χαμηλοτέρων μερῶν: Τί νεα μαθαίνετε ἀποσιˬαgάτου, μαζώψανε τοὶς ἐλα͜ιές ἢ ἀκόμα; 2) Μετὰ τοῦ ἄρθρ. πληθ. ὡς οὐσ., οἱ κάτω, οἱ εἰς τὰ χαμηλότερα μέρη εὑρισκόμενοι: Τί γίνουνται οἱ ἀποσιˬακάτου, μαθαίνεις τίποτα; 3) Διὰ τῶν κάτω, διὰ τῶν χαμηλοτέρων μερῶν: Ἅμα περάσῃς ἀποσιˬακάτου, νὰ θυμηθῇς νὰ πῇς χαιρετίσματα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA