ἀποξυστάρι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀποξυστάρι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀποξυστάρι τό, ἀμάρτ. ἀπουξ’τάρ᾿ Λέσβ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. ἀποξύνω καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -άρι.

Σημασιολογία

Σιδηροῦν ἐργαλεῖον πρὸς ἀπόξεσιν τῆς ζύμης ἀπὸ τῶν τοιχωμάτων τῆς σκάφης. Συνών. ἀποξύστης 1, ξύστρα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/