ἀπολυτιˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀπολυτιˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀπολυτιˬὰ ἡ, Λεξ. Δημητρ. ἀπου’τιˬὰ Θρᾴκ. (Ἀδριανούπ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀπολυτὸς καὶ τῆς καταλ. -ιˬὰ.

Σημασιολογία

1) Ἐλευθερία., χειραφεσία Θρᾴκ. (Ἀδριανούπ.): Τί τόσου καράρ’ ἀπου’τιˬὰ το’ ’’ς δουμένου τοὺ g’ζάνι σ'; (διατί τόσον μεγάλην ἐλευθερίαν δίδεις εἰς τὸ παιδί σου ;) 2) Ἀφθονία, πλησμονὴ Λεξ. Δημητρ.: Ἀπό σταφύλιˬα φέτος εἶν᾿ ἀπολυτιˬά.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/