ἀπομαδῶ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπομαδῶ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀπομαδῶ πολλαχ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀπὸ καὶ τοῦ ρ. μαδῶ.
Σημασιολογία
Μαδῶ ἐντελῶς, τελειώνω τὸ μάδημα: Σοῦ στέλνω ἕνα περιστέρι, ἐγὼ τοῦ μάδησα τὰ φτερά, ἐσὺ ἀπομάδα το πολλαχ. || Φρ. Ὄρνεˬο κάθεται, πουλλὶ μαδάει, ἂν δὲν τ’ ἀπομαδήσῃ, νὰ μὴν ὀχτωηˬμερήσῃ (πρὸς τὸν ἀποπατοῦντα ἀναιδῶς ἐν τόπῳ ἐμφανεῖ) Πελοπν. (Λάστ.)
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA