ἀπομοιρασιˬὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀπομοιρασιˬὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀπομοιρασιˬὰ ἡ, Χίος κ. ἀ. ἀπομερασιˬὰ Πελοπν. (Μάν.) ἀπομερασὰ Πελοπν. (Λακων.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀπομοιράζω.
Σημασιολογία
Τέλος τῆς διανομῆς ἔνθ’ ἀν.: 'Σ τὴν ἀπομερασιˬὰ θὰ σοῦ δώκω τὰ δανεικὰ Μάν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA