γεροντοέρωτας
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γεροντοέρωτας
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Αρσενικό
Τυπολογία
γεροντοέρωτας ὁ, σύνηθ. ᾽εροdοέρωτας Νάξ. (Ἀπύρανθ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ θέμ. γεροντο- καὶ τοῦ οὐσ. ἔρωτας.
Σημασιολογία
Ἔρως σφοδρὸς παρηλίκων ἀτόμων : Γνωμ. Ὁ Θεὸς νὰ σὲ φυάῃ ἀπὸ ᾽εροdοέρωτα! Συνών. γεροντοσεβντᾶς.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA