ἀκριβανάθρεμμα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀκριβανάθρεμμα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀκριβανάθρεμμα τό, ἐνιαχ. ἀκριβανέρθεμμα Νάξ.(’Απύρανθ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀκριβὸς καὶ τοῦ οὐσ. ἀνάθρεμμα.

Σημασιολογία

Ἡ μετὰ μεγάλης προσοχῆς καὶ ἐπιμελείας ἀνατροφή: Κρῖμα ’ς τ’ ἀκριβανέρθεμμα ποῦ τοῦ ’ίνεται κ᾿ εὐτεινοῦ! (’ίνεται₌γίνεται, εὐτεινοῦ₌αὐτοῦ) || Ἆσμ. Ὅλα σου τὰ χτενίσματα ἐδιˬάησα χαμένα καὶ τ᾿ ἀκριβανερθέμματα ποῦ σοῦ ’χα καμωμένα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/