ἀκριδίτσα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀκριδίτσα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀκριδίτσα ἡ, Εὔβ. (Αἰδηψ.) Πελοπν. (Τριφυλ.)

Ετυμολογία

Ὑποκορ. τοῦ οὐσ ἀκρίδα.

Σημασιολογία

1) Μικρὰ ἀκρὶς Πελοπν. (Τριφυλ.) Συνών. ἀκριδούλλα. 2) Παιδιά, καθ’ ἣν οἱ πηδῶντες τετραποδητί (διὰ χειρῶν καὶ ποδῶν) μιμοῦνται τὴν ἀκρίδα Εὔβ. (Αἰδηψ.)

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/