ἄκυρος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἄκυρος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἄκυρος ἐπίθ. λογ. κοιν. ἄτσυρους Λέσβ.

Χρονολόγηση

Αρχαίο

Ετυμολογία

Τὸ ἀρχ. ἐπίθ. ἄκυρος.

Σημασιολογία

1)Ὁ ἐστερημένος νομίμου κύρους, ἐπὶ διαθηκῶν, συμβολαίων, πωλητηρίων ἐγγράφων, δωρητηρίων κττ.: Γάμος ἄκυρος. Διαθήκη ἄκυρη. Ἔγγραφο-συμβόλαιο ἄκυρο κοιν. 2) Ὁ μὴ χρησιμοποιούμενος, ἀχρησιμοποίητος, ἄχρηστος κοιν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/