-άλα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
-άλα
Τύπος
Λήμμα
Τυπολογία
-άλα κατάλ. παραγωγικὴ πολλαχ.
Ετυμολογία
Ἐξ οὐσ. παραγομένων ὑποχωρητικῶς ἐκ ρημάτων, οἷα: μουντζαλώνω-μουντζάλα, πιλαλῶ-πιλάλα κττ. ἀπεσπάσθη ὁλόκληρον τὸ -άλα ὡς κατάλ. Πβ. NDossios Beitr. neugr. Wortbild. 29, ΓΧατζιδ. ΜΝΕ 2,250 καὶ KDieterich ἐν Balkan-Archiv 4 (1928) 121 καὶ 143.
Σημασιολογία
Δι’ αὐτῆς σχηματίζονται οὐσιαστικὰ μετ’ ἀφῃρημένης ἢ καὶ συγκεκριμένης σημασίας, οἷον: κρεμῶ-κρεμάλα, τρέχω-τρεχάλα, φεύγω-φευγάλα κτλ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA