ἁπλωδιπλωσιˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἁπλωδιπλωσιˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἁπλωδιπλωσιˬὰ ἡ, ἀμάρτ. ἁπλουδιπλουὰ Λέσβ.

Ετυμολογία

Ἐκ συμφύρ. τῶν οὐσ. ἁπλωσιˬὰ καὶ διπλωσιˬά.

Σημασιολογία

Ἡ ἐπιφάνεια τοῦ ὑφάσματος: ᾎσμ. ’Σ τὴ μέση ’φαίνει τοὺν ἀεˬτό, ’ς τὴν ἄκρη τοὺ φιgάρι τσὶ πὰ ᾽ς τὴν ἁπλουδιπλουὰ φαίνει ἀνατουράλι (ἀνατουράλι ἀντὶ νατουράλι=εἶδος ἄνθους ἢ φυτοῦ).

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/