ἀσημομανιˬακιˬασμένος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀσημομανιˬακιˬασμένος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀσημομανιˬακιˬασμένος ἐπίθ. ἀσημομανιˬασμένος Κρήτ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀσήμι καὶ τοῦ *μανιˬακιˬασμένος μετοχ. τοῦ ρ. *μανιˬακιˬάζω. Πβ. *ἀργυρομανιˬακιˬασμένος.
Σημασιολογία
Ὁ φέρων ἀργυροῦν περιλαίμιον: ᾎσμ. Καὶ τίνος εἶναι τὰ σκυλλιˬὰ τ᾽ ἀσημομανιˬασμένα; Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀργυρομαγκουρᾶτος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA